12/04/2007

Η δράση των Βουραίων στην προεπαναστατική περίοδο

Η προετοιμασία της ελληνικής επανάστασης του 1821 δεν ήταν μια απλή υπόθεση. Χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις δεκαετίες επίπονης προσπάθειας για να μπορέσει το υπόδουλο γένος των Ελλήνων να σπάσει τα δεσμά, που του χάλκευσε ο ξένος ασιάτης κατακτητής και συντηρούσαν με την αμάθειά τους και την απληστία τους η ντόπια αντίδραση, μέρος του ιερατείου και οι ποταποί προδότες της πατρίδας.

Δεν ήσαν όμως άμοιροι ευθύνης και οι ξενιτεμένοι έλληνες, οι οποίοι αν και ζούσαν σε χώρες όπου επικρατούσαν οι ιδέες του Διαφωτισμού ξεχνούσαν, εκτός ορισμένων φωτεινών εξαιρέσεων, να γυρίσουν στην πατρίδα και να ασχοληθούν με την απελευθέρωσή της.

Παρά την γενική αλλαγή που έφερε στην Ευρώπη το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης , τις πρώτες επιτυχίες του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, παρά τα απελευθερωτικά κινήματα που έλαβαν μέρος στην Ιταλία και παρά την σύσταση πολλών εταιριστικών κινήσεων , που είχαν σαν στόχο την διεθνιστική αφύπνιση των υπόδουλων και καταπιεσμένων λαών, η υπόθεση της απελευθέρωσης των σκλάβων Ελλήνων παρέμενε ανεκπλήρωτος πόθος και υπόθεση των ολίγων εκείνων Κλεφτών και Προυχόντων, που είχαν το θάρρος της αντίστασης και της θυσίας.Πολλές ήσαν οι αιτίες της δυσμενούς αυτής εξέλιξης. Ήδη έχω αναφερθεί σε μερικές από αυτές. Τέτοιες αιτίες συνέβαλαν αποφασιστικά στην σημαντική καθυστέρηση εκδήλωσης μαζικών επαναστατικών κινημάτων.

Μετά μάλιστα την εκτέλεση του Ρήγα και μέχρι την εκδήλωση της καθοριστικής σημασίας πρωτοβουλίας που ανέλαβε η Φιλική Εταιρεία, όλα έμοιαζαν να τα έσκιαζε η φοβέρα και να τα πλάκωνε η σκλαβιά, όπως αναφέρει και ο Διονύσιος Σολωμός. .
Η κίνηση του Ρήγα, μια κίνηση πάνω από όλα κοινωνικό- απελευθερωτική σε βαλκανικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, είχε σαν πρώτο στόχο το διώξιμο του Οθωμανού δυνάστη από την Ευρώπη .
Επιζητούσε την από κοινού σύμπραξη των λαών της για το κτίσιμο ενός νέου οικοδομήματος βασισμένου πάνω στις αρχές της δικαιοσύνης , του διαφωτισμού, της δημοκρατίας, της ελεύθερης διακίνησης ανθρώπων και αγαθών σε έναν ελεύθερο χώρο απαλλαγμένο από κάθε λογής τυράννους.
Με δύο λόγια ο φωτισμένος εκείνος ταγός δεν ζητούσε τίποτε περισσότερο από αυτό που στις μέρες μας ονομάζουμε Ενωμένη Ευρώπη, όπου τα δικαιώματα των πολιτών θα ήσαν σεβαστά και όπου θα αποκλειόταν η επιβολή θεοκρατικών και στρατοκρατικών καθεστώτων.
Ταυτόχρονα όμως η κίνηση του Ρήγα είχε σαφές ανθρωπιστικό περιεχόμενο με αιχμή του δόρατος την απελευθέρωση των ραγιάδων κάθε εθνικότητας.
Ο Ρήγας με την εταιριστική του ομάδα δούλεψε σκληρά τόσο σε θεωρητικό διαφωτιστικό επίπεδο, όσο και σε πρακτικό συνωμοτικό, κυρίως ανάμεσα στο ελληνικό στοιχείο ανά την επικράτεια της τότε κραταιής οθωμανικής αυτοκρατορίας. Εντούτοις ο λόγος του, επηρεασμένος από το πνεύμα της Γαλλικής Επανάστασης, είχε περισσότερο τονισμένα τα ιδεολογικά - υπερεθνικά στοιχεία , γεγονός που δεν έδινε την άμεση και πρακτική λύση στην οργάνωση μαζικής απελευθερωτικής κίνησης στους Έλληνες.

Η κίνηση του Ρήγα στηρίχθηκε βασικά σε μια ενδεχόμενη βοήθεια των Φαναριωτών τών και έτρεφε υπερβολικές ελπίδες στην υποστήριξη των ξένων, μεταξύ των οποίων πρώτος και καλλίτερος φάνταζε ο Ναπολέων.

Να ληφθεί υπόψη ότι την συγκεκριμένη χρονική στιγμή η γαλλική προπαγάνδα οργίαζε και στα μάτια των σκλάβων Ελλήνων ο Βοναπάρτης φαινόταν σαν ο φυσικός σύμμαχος που θα έδιωχνε τον Οθωμανό από κάθε ελληνική γωνιά.

Ο Ναπολέων Βοναπάρτης την εποχή εκείνη εξυμνήθηκε υπερβολικά σε σημείο που ένας Επτανήσιος, ο Μαρτέλαος, έγραφε:

΄΄Η Γαλλία ήλθε πάλι να μας δώσει ελευθερία
την Ελλάδα να ξεθάψει, όπου κείται στη δουλεία
Ναπολέων, θεέ του κόσμου, ενθυμήσου την Ελλάδα
Τις αλύσεις της, συ κόψε, για να έχουμε πατρίδα΄΄.

Ο Ρήγας αν και πιστεύεται ότι δεν ήλθε σε απευθείας συνεννοήσεις με τον Βοναπάρτη, ωστόσο βασίστηκε στις γαλλικές υποσχέσεις και στο γεγονός της κατάληψης μερικών των Επτανήσων από τους Γάλλους, στα 1797.

Την ίδια όμως χρονική στιγμή κάποιες ομάδες Μωραϊτών, που ήδη βρίσκονταν σε συνεχή αντιπαράθεση με τον Τούρκο κατακτητή, αντιλαμβανόμενοι την σημασία της κατάληψης των Επτανήσων από τους Γάλλους, το φθινόπωρο του 1797, κάλεσαν στο Γύθειο της Λακωνίας μεγάλη σύναξη Ελλήνων Προυχόντων και Κλεφτών.
Στη σύναξη πήρε μέρος και ο Παναγιώταρος Μπούρας. Εκεί αποφασίστηκε να κηρυχθεί επανάσταση ενάντια στον Σουλτάνο, ευθύς ως ο Βοναπάρτης θα αποβιβαζόταν με στρατό στην Κέρκυρα.

Ο Ναπολέων όμως, λόγω διαφόρων γεγονότων που μεσολάβησαν, δεν έκαμε το αναμενόμενο από τους ραγιάδες εγχείρημα.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η καταστροφή της γαλλικής αρμάδας στο Αμπουκίρ της Αιγύπτου επηρέασε άμεσα στην αλλαγή της πολιτικής του Βοναπάρτη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η διαφαινόμενη πλέον υπεροχή των Άγγλων στις θάλασσες, μετά την νίκη του Νέλσωνα στο Αμπουκίρ , καταστούσε πλέον μονόδρομο την χάραξη μιας ακόμη πιο καιροσκοπικής πολιτικής εκ μέρους του Βοναπάρτη έναντι των Ελλήνων.
Ξαφνικά ο Ναπολέων παρουσιάζεται σαν ένθερμος υποστηρικτής του οθωμανικού κράτους . Κατά βάθος όμως συνεχίζει την εφαρμογή του αρχικού του σχεδίου, που είχε σαν στόχο την στήριξη ενός γαλλικού προτεκτοράτου στον ελλαδικό χώρο και την δημιουργία ενός ανεξάρτητου βασιλείου στην περιοχή του Βοσπόρου με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη.
Απώτερος στόχος αυτού του εγχειρήματος ήταν η δημιουργία ενός ακόμη κράτους δορυφόρου στα Στενά του Βοσπόρου, που θα χρησίμευε σαν φραγμός της ρωσικής διείσδυσης προς το Αιγαίο και τις ζεστές θάλασσες.

Η αρπακτική αυτή διάθεση του Βοναπάρτη δεν ήταν καινοφανής. Η περίπτωση της Ιταλίας ήταν πρόσφατη και έδινε το στίγμα των προθέσεών του για τον ελληνικό χώρο.
Στα 1794 είδαμε τον Βοναπάρτη να εισβάλει στις ιταλικές πεδιάδες με δημοκρατικά κηρύγματα περί ελευθερίας, ισότητας και αδελφότητας και να ρίχνει θρόνους τυράννων, ακόμη και αυτό το κράτος του Πάπα, και στη θέση τους να στήνει πέντε Δημοκρατίες.

Όλα αυτά έκαναν τον ιταλικό λαό να αγαπήσει τους Γάλλους και να λατρέψει τον Βοναπάρτη σαν θεό.
Όταν όμως ο Ναπολέων, λίγο καιρό αργότερα, άρχισε να προσαρτά τις Δημοκρατίες αυτές στο κράτος του και να στέφεται στο Μιλάνο βασιλιάς της Ιταλίας, τα πράγματα άλλαξαν δραματικά εναντίον του και οι Γάλλοι μισήθηκαν πλέον σαν κατακτητές.

Η κατάσταση στον Μωριά συνεχίζει να είναι δραματική για τους ραγιάδες. Παρά ταύτα κάποιες χαραμάδες φωτός διαφαίνονται .
Στα 1806 έχει ήδη διαμορφωθεί μια νέα πραγματικότητα στο Αιγαίο και στη Μαύρη Θάλασσα. Τα ελληνικά εμπορικά πλοία μπορούν πλέον να κινούνται πιο ελεύθερα και να φέρνουν πλούτο στα νησιά, γεγονός που πολλαπλασιάζει τις ελπίδες του Γένους.
Οι εξελίξεις αυτές, στις εμποροοικονομικές επιτυχίες των Νησιωτών, συνοδεύονται και από μια ωρίμανση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων.
Επακόλουθο αυτών είναι να διαμορφώνεται πλέον μια επαναστατική συμπεριφορά που γενικεύεται σε πλατύτερα τμήματα Προυχόντων και Λαού.
Το νέο αυτό ρεύμα αντιλαμβάνεται ότι η απελευθέρωση της Πατρίδας εις το εξής θα έπρεπε να στηριχθεί σε ίδια μέσα και στην αγωνιστική προσπάθεια των Ελλήνων.Για τον λόγο αυτόν η στρατηγική οργάνωσης της νέας προσπάθειας θα έπρεπε να προέλθει και να συντονίζεται από έναν ενιαίο φορέα , μια άξια Οργανωτική Επαναστατική Αρχή.

Παράλληλα αρκετοί πνευματικοί ταγοί της εποχής, σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, εκδίδουν επαναστατικά βιβλία που εξάπτουν το φρόνημα των ραγιάδων και συντελούν στην αφύπνιση του Λαού.

Ένα από αυτά τα βιβλία πέφτει στα χέρια του Παναγιώταρου Μπούρα στις αρχές του 1807.
Πρόκειται για ένα αντίγραφο της ΄΄Ελληνικής Νομαρχίας΄΄ που εκδόθηκε από έναν ανώνυμο Έλληνα στην Ιταλία στα 1806.

Ο Παναγιώταρος στην αρχή ξενίζεται από το έντονο ύφος του πονήματος.
Γρήγορα όμως συνειδητοποιεί ότι οι μύδροι που εξαπολύει ο συγγραφέας του ενάντια των ρασοφόρων δεν αφορούν το σύνολο του κλήρου, που σε πολλές περιπτώσεις έχει βοηθήσει τους Κλέφτες στον αγώνα τους για λευτεριά.
Αντιλαμβάνεται ότι το περιεχόμενό του δεν είναι μόνον ένας ύμνος προς τους νεοέλληνες αγωνιστές , που τους εξισώνει με τους αρχαίους προγόνους τους, αλλά και ένας παιάνας ενάντια των τούρκων και των συνεργατών τους, προεστών και ρασοφόρων, που καταδυναστεύουν τον υπόδουλο λαό.

Ο συγγραφέας της ΄΄Ελληνικής Νομαρχίας΄΄ διαφοροποιείται ριζικά από το περιεχόμενο άλλων πονημάτων που κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι, ανάμεσα σε αυτούς , που διψούσαν για μάθηση στην σκλαβωμένη πατρίδα.
Στο πόνημά του αυτό ο συγγραφέας χρησιμοποιεί αποκλειστικά τους όρους Έλλην, Ελλάς, Ελληνικός, σε αντίθεση με τον Κοραή που γράφει Γραικοί, Γραικία, Γραικικός, ή του Ρήγα που παραπαίει μεταξύ Γραικοί και Έλληνες, ή τέλος κάποιων άλλων που γράφουν Ρωμηός, Ρωμανία, Ρωμαίϊκα.

Ο συγγραφέας της ΄΄Ελληνικής Νομαρχίας΄΄ ξεκαθαρίζει τα πράγματα μια για πάντα. Κάνει λόγο για συνέχεια του Ελληνισμού από την Αρχαιότητα μέχρι τις μέρες του και κτυπά αυτούς που καταχρηστικά ονομάζουν τους Έλληνες Ρωμηούς και Ρωμαίους, εξηγώντας τους λόγους που οι Βυζαντινοί ιδιοποιήθηκαν την ονομασία των Ρωμαίων.
Είναι όμως σκληρός και με το ιερατείο. Αρχίζει με κάτι απλό, που για αυτόν όμως είχε πρωταρχική σημασία.

Κτυπάει τους ρασοφόρους κήρυκες που εξευτελίζουν την ευγενέστατη λέξη ΄΄παιδεία΄΄, χρησιμοποιώντας την με την έννοια της τιμωρίας και της φοβέρας και όχι αυτήν της μόρφωσης.
Προχωρεί όμως ακόμη περισσότερο όταν αναφέρεται στο μοιρολατρικό κήρυγμα των κληρικών για την τυραννία, που είναι εκ Θεού και προετοιμάζει τους ραγιάδες για τον Παράδεισο, παίρνοντας ουσιαστικά τη μορφή ενός κηρύγματος εθελοδουλείας.
Όλα αυτά προβληματίζουν τον Παναγιώταρο που έχει άριστες σχέσεις με τον επίσκοπο Ανδρούσης Ιωσήφ.
Στις συναντήσεις του με τον Παναγιώταρο ο ταπεινός εκείνος ιεράρχης τον καθησυχάζει.
Του τονώνει ακόμη πιο πολύ το πατριωτικό του φρόνημα, λέγοντάς του, ότι κακοί υπάρχουν παντού και ότι τώρα είναι η στιγμή για ενότητα και αδελφοσύνη, ώστε όταν έλθει η Μεγάλη Στιγμή ενωμένοι να δώσουν το κτύπημα στον Κατακτητή.
Ο Παναγιώταρος εκτιμά αφάνταστα τον πνευματικό του ταγό, ακολουθεί τις συμβουλές του , μα ταυτόχρονα μελετά εξονυχιστικά το πόνημα του Ανώνυμου Έλληνα.

Τον εξοργίζει αφάνταστα το ζήτημα της εθελοδουλείας. Διαβάζει προσεκτικά το σχετικό κεφάλαιο, όπου ο συγγραφέας προχωρά στο ξεσκέπασμα της άρχουσας τάξης του ιερατείου και των υποτακτικών τους , που θησαύριζαν και λαμπροφορούσαν. Που αγόραζαν τις Επισκοπές και Μητροπόλεις και που εκμεταλλεύονταν ακόμη και τα λείψανα των αγίων σαν ΄΄κοκκαλοπωλητές΄΄.
Ο συγγραφέας σφυροκοπά επίσης μερίδα του ανώτερου κλήρου αναφερόμενος στο μέγεθος των προσόδων των δεσποτάδων.
Αναφέρεται ακόμη και σε ορισμένους Πατριάρχες αποκαλώντας τους ΄΄αγέλες λύκων΄΄.

Ο Παναγιώταρος ταράσσεται. Δεν μπορεί να πιστέψει αυτά που διαβάζει. Γνωρίζει όμως καλά το τι υποφέρει ο απλός ραγιάς. Από τη μια ο τούρκος να του αποσπά ανεξέλεγκτα και την τελευταία ικμάδα των δυνάμεών του και από την άλλη, μια έστω μικρή μερίδα του ιερατείου, που εκμεταλλεύεται τον Λαό με τα υπέρογκα παρακρατήματα, τις άδειες ταφής , τις ζητείες των μοναστηριών, το λάδι για τον Πανάγιο Τάφο, τους αφορισμούς, τα συχωροχάρτια και τόσα άλλα.
Βέβαια υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Ο πάνσεπτος Επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ αποτελεί για τον φοβερό Κλέφτη ένα λαμπρό παράδειγμα ήθους , προσφοράς και αγώνα για την απελευθέρωση της Πατρίδας.

Σε κάθε όμως περίπτωση ο Παναγιώταρος βρίσκει το περιεχόμενο της ΄΄Ελληνικής Νομαρχίας΄΄ αρκετά τραβηγμένο και μάλιστα όταν αυτό αναφέρεται στον κλήρο.
Δικαιολογεί όμως τον συγγραφέα, γιατί πιστεύει ότι
όλα αυτά φτάνουν στο στόμα του με πόνο ψυχής και δεν θα γραφόντουσαν , εάν ο Ανώνυμος Έλληνας δεν ήθελε με αυτόν τον σκληρό τρόπο να προφυλάξει τους Έλληνες , από τα κηρύγματα ορισμένων επιλησμόνων ιεραρχών, που για προφανείς λόγους, στόχευαν στην εθελοδουλεία του Γένους.

Πάνω σε ένα τέτοιο σκηνικό , με τα καλά και τα κακά του, εκτυλίσσεται η προετοιμασία των Ελλήνων για την τελική αναμέτρηση με τον Οθωμανό. Ο Παναγιώταρος θα συνεχίσει τον αγώνα του και όταν με το καλό, πολύ πριν φθάσει η Μεγάλη Στιγμή, καλείται από τον Επίσκοπο Ανδρούσης Ιωσήφ να μυηθεί στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας, ευχαρίστησε τον πάνσεπτο εκείνον Επίσκοπο και έδωσε τον καθιερωμένο Όρκο για Ελευθερία ή Θάνατο.

No comments: